Πρότυπα σχολεία και ιδεοληψίες

Πρότυπα σχολεία και ιδεοληψίες

3' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ποιος θα επέλεγε να χειρουργηθεί από έναν μέτριο χειρουργό ή να δει στην αγαπημένη ομάδα του έναν μέτριο προπονητή; Κι όμως, η αρχή «της χρυσής μετριότητας» είναι η διακηρυγμένη αρχή της κυβέρνησης στην εκπαίδευση.

Μπορεί ο υπουργός Παιδείας να δήλωσε ότι δεν καταργούνται τα πρότυπα σχολεία, αλλά μέχρι στιγμής ουδείς γνωρίζει τον τρόπο εισαγωγής των μαθητών σε αυτά. Το θέμα παραμένει ανοιχτό και το υπ. Παιδείας επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ, αφενός, των συμφερόντων της συντριπτικής πλειονότητας γονέων και μαθητών που αισθάνονται αβεβαιότητα και οργή εξαιτίας των κυβερνητικών παλινωδιών και, αφετέρου, να «κλείσει το μάτι» στα συνδικάτα των καθηγητών οι οποίοι, κυρίως λόγω ιδεοληψίας, δεν αισθάνονται άνετα με τα πρότυπα και τα πειραματικά σχολεία. Αλλά πρότυπα σχολεία χωρίς εξετάσεις μοιάζουν με ποδήλατο χωρίς ρόδες. Δεν έχουν καμιά απολύτως έννοια χωρίς την ύπαρξη αυστηρής επιλογής του μαθητικού τους δυναμικού. Η εύλογη απάντηση στο ερώτημα «γιατί χρειαζόμαστε τα πρότυπα σχολεία;» είναι ότι τέτοιου είδους θεσμοί ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα των χωρών στον διεθνή καταμερισμό εργασίας μέσω της έγκαιρης ανίχνευσης, αξιοποίησης, προσέλκυσης και διατήρησης ταλαντούχου ανθρώπινου δυναμικού. Δεν υπάρχει προηγμένη χώρα που να μην έχει εφαρμοστεί αντίστοιχος θεσμός: στην Αγγλία υπάρχουν, λ.χ., τα Grammar Schools, ενώ στη Γερμανία τα Gymnasiums. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα κατατάσσεται μόλις στην 50ή θέση στον τομέα της αποτελεσματικής διαχείρισης και αξιοποίησης ταλέντων κατά τον παγκόσμιο δείκτη ανταγωνιστικότητας ταλέντων (GTCI).

Ενα δεύτερο επιχείρημα είναι ότι τα πρότυπα σχολεία διευρύνουν τις διαθέσιμες επιλογές γονέων και μαθητών στο δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Η Ελλάδα είναι, πάλι σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, μια χώρα της οποίας το εκπαιδευτικό σύστημα χαρακτηρίζεται από τον μικρότερο βαθμό ποικιλίας δημόσιων σχολείων και άρα διαθέσιμων επιλογών σε ειδικές ομάδες μαθητών, ώστε να καλλιεργήσουν τα ιδιαίτερα ταλέντα και κλίσεις τους. Ενα τρίτο επιχείρημα υπέρ των πρότυπων σχολείων είναι η τεράστια αποδοχή του θεσμού από γονείς και μαθητές. Ετσι, ενώ το 2013 η ζήτηση εκφρασμένη ως η αναλογία αιτήσεων προς προσφερόμενες θέσεις για τα πρότυπα σχολεία ήταν 3,1:1, το επόμενο έτος η σχετική αναλογία εκτοξεύθηκε σε 3,9:1 σημειώνοντας αύξηση κατά 25%. Στο χρονικό διάστημα από το 1986, δηλαδή τη σχολική χρονιά μετά την κατάργηση των πρότυπων σχολείων, μέχρι και το 2009, τη χρονιά δηλαδή που ενέσκηψε η οικονομική κρίση στη χώρα, τα ιδιωτικά σχολεία αύξησαν το μερίδιο της συμμετοχής τους στον μαθητικό πληθυσμό κατά περίπου 43,6%, σε βάρος φυσικά του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος. Μήπως, όμως, με την κατάργηση των πρότυπων σχολείων μειώθηκε τουλάχιστον η κοινωνική ανισότητα στην εκπαίδευση, όπως επαγγέλλονταν οι λαϊκιστές του ΠΑΣΟΚ και των κομμάτων της Αριστεράς; Ούτε αυτό φαίνεται να ισχύει. Οπως προκύπτει από σχετικό πίνακα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ τη χρονιά κατάργησης των πρότυπων σχολείων, περίπου οι μισοί πρωτοετείς φοιτητές των ΑΕΙ προέρχονταν από οικογένειες χαμηλού εισοδηματικού επιπέδου, το 2008 μόλις ένας στους δέκα πρωτοετείς φοιτητές προερχόταν από τα αντίστοιχα στρώματα. Αυτό εν μέρει οφείλεται και στη μείωση στον γενικό πληθυσμό των ατόμων με χαμηλή εκπαίδευση. Συγκεκριμένα, ενώ σύμφωνα με σχετικές εκθέσεις του ΟΟΣΑ μεταξύ του 1971 και του 1991 υπήρξε μείωση των ατόμων με εκπαίδευση δημοτικού ή και μικρότερη κατά 2,8 φορές, η αντίστοιχη μείωση στην εκπροσώπηση των πρωτοετών φοιτητών που προέρχονται από τις οικογένειες αυτές μεταξύ 1985-2005 ήταν μικρότερη κατά 4,2 φορές. Ενώ, με άλλα λόγια, μεσολάβησε η μαζικοποίηση του συστήματος της ανώτατης εκπαίδευσης της χώρας, ο «εκδημοκρατισμός» του ελληνικού Πανεπιστημίου (με τον νόμο 1268/82, ή «νόμος-πλαίσιο») και η κατάργηση όλων των σχολείων της «ελίτ» (με την κατάργηση όλων των προτύπων το 1983), το εκπαιδευτικό μας σύστημα έγινε περισσότερο κοινωνικά επιλεκτικό, εξυπηρετώντας τα συμφέροντα όχι των φτωχών αλλά των ευκατάστατων κοινωνικών στρωμάτων. Οπως αποδεικνύει η οικονομική ανάλυση, ελάχιστα από τα χρήματα που δαπανά το κράτος για την εκπαίδευση πηγαίνουν στους φτωχούς.

Επομένως, η κυβέρνηση πρέπει να αλλάξει ρότα. Τα πρότυπα σχολεία είναι ανάγκη να αποτελέσουν ένα εκτεταμένο δίκτυο σχολείων σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, ώστε όλα τα παιδιά με ιδιαίτερες πνευματικές ικανότητες και χαρίσματα να μπορούν να αξιοποιούν πλήρως τις δυνατότητές τους χωρίς οι γονείς τους να αναγκάζονται να καταφεύγουν, εάν φυσικά έχουν την οικονομική δυνατότητα, στα ιδιωτικά σχολεία.

Σκοπός της εκπαίδευσης δεν μπορεί να είναι η «σφαγή» των αρίστων, αλλά, όπως συμβαίνει γενικότερα στην πραγματική ζωή, η παροχή σε όλα τα παιδιά του δικαιώματος της επιλογής και της ευκαιρίας να αναπτύξουν τα ιδιαίτερα ταλέντα τους. Ο πλούτος μιας χώρας είναι το ανθρώπινο κεφάλαιο που επιτρέπει αυτή να δημιουργηθεί μέσω των εκπαιδευτικών θεσμών της.

* Ο κ. Τάσος Ι. Αβραντίνης είναι δικηγόρος και αντιπρόεδρος της Δράσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή